Το Απαρέμφατο
Συνοπτικά:
- Ειδικό → ότι
- Τελικό → να
- Ταυτοπροσωπία → Υποκ. απρμφ = Υποκ. Ρήματος
- Ετεροπροσωπία → Υποκ. απρμφ ≠ Υποκ. Ρήματος
Είναι ρηματικό ουσιαστικό ουδετέρου γένους. Έχει δηλαδή τις ιδιότητες και του ρήματος (έχει χρόνους, διαθέσεις, συντάσσεται όπως ένα ρήμα, συνοδεύεται από το ἄν ενίοτε, προσδιορίζεται), αλλά και του ουσιαστικού (δέχεται το ουδέτερο άρθρο σε κάθε πτώση, συνδέεται με άλλα ουσιαστικά). Ονομάζεται απαρέμφατο γατί δεν παρεμφαίνει, δηλαδή δεν φανερώνει πρόσωπο και αριθμό.
Είδη Απαρεμφάτου
Α. Ειδικό, ονομάζεται το απαρέμφατο που ισοδυνάμει με ειδική πρόταση και μεταφράζεται με το ότι ή το πως. Παίρνει άρνηση οὐ
Π.χ. Καὶ ἐλέγετο δοῦναι (ότι έδωσε) Κύρῳ χρήματα πολλὰ.
Β. Τελικό, ονομάζεται το απαρέμφατο που ισοδυναμεὶ με προτάσεις επιθυμίας, κυρίως Τελικές. Δεν τίθεται ποτέ σε Μέλλοντα και μεταφράζεται με το να, δέχεται άρνηση μὴ.
Έναρθρο Απαρέμφατο
Ονομάζεται το απαρέμφατο που συνοδεύεται από άρθρο. Μεταφράζεται ως τελικό απαρέμφατο και έχει άρνηση μὴ. Χρησιμοποιείται όπως και ένα όνομα, δηλαδή ως:
Άναρθρο Απαρέμφατο
Ονομάζεται το απαρέμφατο που δεν έχει άρθρο. Χρησιμοποιείται ως:
π.χ. Ἔδει τὰ ἐνέχυρα τότε λαβεῖν
Ειδικό απαρέμφατο ως υποκείμενο παίρνουν τα: λέγεται, νομίζεται, θρυλεῖται, ὁμολογεῖται, δοκεῖ, ἀγγέλεται, ᾄδεται.
Π.χ. Ἔδοξε αὐτῷ σκηπτὸν (κεραυνός) πεσεῖν.
Ειδική περίπτωση: με τα ρήματα δοκῶ (φαίνομαι), δέω (έχω ανάγκη), συμβαίνει, λέγεται, δίκαιος εἰμὶ, μπορεί να υπάρχει προσωπική σύνταξη.
Π.χ. Κέλευσον ἀνοῖξαι τὰς πύλας.
Ειδικό Απαρέμφατο ως Αντικείμενο παίρνουν τα λεκτικά και δοξαστικά ρήματα καθώς και όσα σημαίνουν γνώμη ή κρίση και όσα φανερώνουν πληροφορία.
Π.χ. Πάντας ὐμᾶς οἴομαι γιγνώσκειν.
Ειδική περίπτωση: τα ρήματα ἀπειλῶ, ὄμνυμι, ἐπαγγέλομαι, ἐλπίζω, προσδοκῶ, ὑπισχνοῦμαι δέχονται αντικείμενο απαρέμφατο μέλλοντα, είτε ειδικό, είτε τελικό. Λαμβάνουν άρνηση μη. Το ρήμα μέλλω συντάσσεται με απαρέμφατο μέλλοντα, ενεστώτα ή αορίστου και συνήθως είναι τελικό.
Π.χ. Ὤμοσαν ἀλλήλους μὴ προδώσειν.
Το υποκείμενο του απαρεμφάτου
1η περίπτωση: Ταυτοπροσωπία
Το υποκείμενο του απαρεμφάτου είναι ίδιο μ’ αυτό του ρήματος και τίθεται σε πτώση ονομαστική.
2η περίπτωση: Ετεροπροσωπία
Το υποκείμενο του απαρεμφάτου είναι διαφορετικό από το υποκείμενο του ρήματος και τίθεται υποχρεωτικά σε Αιτιατική. Όταν το υποκείμενο του απαρεμφάτου είναι γενικό και αόριστο τίθεται η αιτιατική τινὰ.
Όπως είναι λογικό, όταν έχουμε απρόσωπα ρήματα ή εκφράσεις έχουμε πάντοτε ετεροπροσωπία. Συχνά το υποκείμενο του απαρεμφάτου είναι και αντικείμενο του ρήματος. Αν βρίσκεται σε αιτιατική το αντικείμενο δεν επαναλαμβάνεται. Αν όμως βρίσκεται σε γενική ή δοτική, τότε εννοείται η Αιτιατική τους ως υποκείμενο του αποαρεμφάτου.
Π.χ. Λύσανδρος ἐκέλευσεν αὐτοὺς εἰς Λακεδαίμονα ἰέναι.
Χρὴ ἔχειν νοῦν τὸν στρατηλάτην.
Ἄμεινὸν ἐστι σιγᾶν (ενν. το τινὰ).
Σωκράτης συμβουλεύει τῷ ξενοφῶντι ἀνακοινῶσαι.
Είδη Απαρεμφάτου
Α. Ειδικό, ονομάζεται το απαρέμφατο που ισοδυνάμει με ειδική πρόταση και μεταφράζεται με το ότι ή το πως. Παίρνει άρνηση οὐ
Π.χ. Καὶ ἐλέγετο δοῦναι (ότι έδωσε) Κύρῳ χρήματα πολλὰ.
Β. Τελικό, ονομάζεται το απαρέμφατο που ισοδυναμεὶ με προτάσεις επιθυμίας, κυρίως Τελικές. Δεν τίθεται ποτέ σε Μέλλοντα και μεταφράζεται με το να, δέχεται άρνηση μὴ.
Έναρθρο Απαρέμφατο
Ονομάζεται το απαρέμφατο που συνοδεύεται από άρθρο. Μεταφράζεται ως τελικό απαρέμφατο και έχει άρνηση μὴ. Χρησιμοποιείται όπως και ένα όνομα, δηλαδή ως:
- Υποκείμενο, π.χ. Τὸ λακωνίζειν ἐστὶ φιλοσοφεῖν
- Αντικείμενο, π.χ. Ἤρξατο τοῦ διαβαίνειν.
- Επεξήγηση, π.χ. Πόσον ἐξηπάτησθε ἐν αὐτῷ, τῷ τὴν εἰρήνην ποιήσασθαι;
- Γενική αντικειμενική, π.χ. Ἐπιθυμία τοῦ πιεῖν.
- Προσδιορισμός, εννοούμε εμπρόθετο προσδιορισμό της αναφοράς, του αποτελέσματος. Επίσης χρησιμοποιείαι ως κάθε είδος γενικής (υποκειμενική, διαιρετική, της αξίας, της αιτίας).
Άναρθρο Απαρέμφατο
Ονομάζεται το απαρέμφατο που δεν έχει άρθρο. Χρησιμοποιείται ως:
- Υποκείμενο, σε απρόσωπα ρήματα και εκφράσεις, που ανάλογα με τη σημασία τους δέχονται ως υποκείμενο τελικό ή ειδικό απαρέμφατο.
π.χ. Ἔδει τὰ ἐνέχυρα τότε λαβεῖν
Ειδικό απαρέμφατο ως υποκείμενο παίρνουν τα: λέγεται, νομίζεται, θρυλεῖται, ὁμολογεῖται, δοκεῖ, ἀγγέλεται, ᾄδεται.
Π.χ. Ἔδοξε αὐτῷ σκηπτὸν (κεραυνός) πεσεῖν.
Ειδική περίπτωση: με τα ρήματα δοκῶ (φαίνομαι), δέω (έχω ανάγκη), συμβαίνει, λέγεται, δίκαιος εἰμὶ, μπορεί να υπάρχει προσωπική σύνταξη.
- Αντικείμενο
Π.χ. Κέλευσον ἀνοῖξαι τὰς πύλας.
Ειδικό Απαρέμφατο ως Αντικείμενο παίρνουν τα λεκτικά και δοξαστικά ρήματα καθώς και όσα σημαίνουν γνώμη ή κρίση και όσα φανερώνουν πληροφορία.
Π.χ. Πάντας ὐμᾶς οἴομαι γιγνώσκειν.
Ειδική περίπτωση: τα ρήματα ἀπειλῶ, ὄμνυμι, ἐπαγγέλομαι, ἐλπίζω, προσδοκῶ, ὑπισχνοῦμαι δέχονται αντικείμενο απαρέμφατο μέλλοντα, είτε ειδικό, είτε τελικό. Λαμβάνουν άρνηση μη. Το ρήμα μέλλω συντάσσεται με απαρέμφατο μέλλοντα, ενεστώτα ή αορίστου και συνήθως είναι τελικό.
Π.χ. Ὤμοσαν ἀλλήλους μὴ προδώσειν.
- Κατηγορούμενο. Το άναρθρο ως κατηγορούμενο μεταφράζεται σαν ουσιαστικό.
- Επεξήγηση. Το άναρθρο απαρέμφατο ως επεξήγηση μεταφράζεται με το δηλαδή να…
- Προσδιορισμός της Αναφοράς. Βρίσκεται συνήθως έπειτα απὸ τα επίθετα: ἄξιος, ἀγαθὸς, δεινὸς, ἱκανὸς, ῥάδιος, χαλεπὸς, ἐπιτήδειος, ἡδὺς, πικρὸς, στυγνὸς. Αντιστοιχεί με αιτιατική της αναφοράς.
- Προσδιορισμός του σκοπού ή του αποτελέσματος. Βρίσκεται έπειτα από ρήματα που δηλώνουν κίνηση και μετά από τα: δίδωμι, ἥκω, αἰτῶ, βαίνω, αἱροῦμαι, καταλείπω, μισθοῦμαι, παρέχω, πέμπω, φέρω, τάττω.
- Το άναρθρο απαρέμφατο απόλυτα, χρησιμοποιείται σε στερεότυπες εκφράσεις όπως: ὡς εἰπεῖν (για να πω), ὡς ἔπος εἰπεῖν (για να πω έτσι), συνελόντι εἰπεῖν (για να μιλήσω σύντομα), συντόμως εἰπεῖν (για να μιλήσω σύντομα), τὸ νῦν εἶναι (όσο για τώρα), ὀλίγου δεῖν (σχεδόν), μικροῦ δεῖν (σχεδόν), τὸ κατὰ τοῦτον εἶναι (όσο αν αφορά αυτόν), ἔκὼν εἶναι (όσο εξαρτάται από τη θέλησή του), ὡς ἐμοῖ δοκεῖν (κατά τη γνώμη μου), τὸ ἐπ’ ἐκείνοις εἶναι (όσον εξαρτάται από εκείνους).
- Αντί προστακτικής, χρησιμοποιείται σπάνια και από ποιητές συνήθως.
- Απόλυτα στις αναφωνήσεις, χρησιμοποιείται σπάνια και από ποητές.
Το υποκείμενο του απαρεμφάτου
1η περίπτωση: Ταυτοπροσωπία
Το υποκείμενο του απαρεμφάτου είναι ίδιο μ’ αυτό του ρήματος και τίθεται σε πτώση ονομαστική.
2η περίπτωση: Ετεροπροσωπία
Το υποκείμενο του απαρεμφάτου είναι διαφορετικό από το υποκείμενο του ρήματος και τίθεται υποχρεωτικά σε Αιτιατική. Όταν το υποκείμενο του απαρεμφάτου είναι γενικό και αόριστο τίθεται η αιτιατική τινὰ.
Όπως είναι λογικό, όταν έχουμε απρόσωπα ρήματα ή εκφράσεις έχουμε πάντοτε ετεροπροσωπία. Συχνά το υποκείμενο του απαρεμφάτου είναι και αντικείμενο του ρήματος. Αν βρίσκεται σε αιτιατική το αντικείμενο δεν επαναλαμβάνεται. Αν όμως βρίσκεται σε γενική ή δοτική, τότε εννοείται η Αιτιατική τους ως υποκείμενο του αποαρεμφάτου.
Π.χ. Λύσανδρος ἐκέλευσεν αὐτοὺς εἰς Λακεδαίμονα ἰέναι.
Χρὴ ἔχειν νοῦν τὸν στρατηλάτην.
Ἄμεινὸν ἐστι σιγᾶν (ενν. το τινὰ).
Σωκράτης συμβουλεύει τῷ ξενοφῶντι ἀνακοινῶσαι.
Άσκηση 5: Στις ακόλουθες προτάσεις να κάνετε πλήρη σύνταξη και να αναγνωρίσετε την ταυτοπροσωπία ή την ετεροπροσωπία.
- Βούλομαι τἀληθῆ λέγειν.
- Ὦ στρατιῶται, χρῆ ἀγαθοῦς εἶναι.
- Ἐδεήθησαν Ἀθηναίων βοηθοὺς σφίσι γενέσθαι.
- Ἐβουλεύοντο τὴν πόλιν τειχίζειν.
- Λέξουσὶν με σοφὸν εἶναι.
- Λέγω ὑμῖν μὴ πειρᾶσθαι ἐπιθέσθαι τοῖς πολεμίοις.
- Οἱ στρατιῶται ηὔχοντο αὐτὸν εὐτυχῆσαι.
- Σωκράτης ἠγεῖτο θεοὺς πάντα εἰδέναι.
- Δοκεῖ μοι οὐ δίκαιον εἶναι κολᾶσαι τούτους.
- Δοκεῖ μοι Ἀλέξανδρον εἶναι κολᾶσαι τούτους.
- Οἴομαι δεῖν λέγειν ὑμῖν τὴν ἀλήθειαν.
- Νοῦν χρῆ τὸν στρατηλάτην ἔχειν.
- Ἔλεγε προσήκει τὴν νῆσον ἐαυτοῦ εἶναι.
- Ἐψηφίσαντο δέκα ναῦς πληροῦν.
- Χρὴ ὑμᾶς ἀσκεῖν τὴν ἀρετὴν.
- Ἠξίουν αὐτοὺς μὴ τειχίζειν.
- Τὸν καλὸν κἀγαθὸν ἄνδρα εὐδαίμονα εἶναι φημὶ.
- Βοιωτοὶ ἀπειλοῦσι εἰσβάλειν εἰς τὴν Ἀττικὴν.
- Τοῦτο φιλεῖ ὅμιλος ποιεῖν.
- Ὁμολογεῖται τὴν πόλιν ἡμῶν ἀρχαιότατην εἶναι.
- Οἱ πολέμιοι βούλονται ἀπελθεῖν.
- Ἡ χώρα ἀξία ἐστὶ ἐπαινεῖσθαι.
- Νεώτερος ὤν ἐπεχείρησα λέγειν.
- Θεμιστοκλέα ἔκρινον ἱκανὸν γνῶναι και πρᾶξαι.
- Ἔδοσαν τοῖς Ἀθηναίοις τοὺς νεκροὺς θᾶψαι.
- Ἔλεγον τοῖς συμμάχοις ἰέναι εἰς τὸν ἐχθρὸν.
- Ἦν ἱκανὸς φροντίζειν.
- Οὑ δοκεῖ μοι χρῆναι ὁργίζεσθαι ὑμᾶς.
- Αἰσχρὸν ἐστι ὑμῖν ποιεῖν ἄδικα.