Το κατηγορούμενο
Συνοπτικά:
- Απλό → Ονομαστική
- Κατηγορούμενο του Αντικειμένου
- Θεωρώ κάποιον ότι είναι κάτι
- Ρήματα: Διορίζω, Εκλέγω, Ποιῶ, Ονομάζω, Νομίζω
- Γενική Κατηγορηματική
- Κτητική – Διαιρετική – Ιδιότητας – Ύλης – Αξίας – Καταγωγής
- Επιρρηματικό Κατηγορούμενο
- Χρόνο – τρόπο – τόπο – τάξη – σκοπό
- Προληπτικό Κατηγορούμενο
- …ώστε να…
Κατηγορούμενο είναι η λέξη (συνήθως επίθετο) που αποδίδει μια ιδιότητα στο υποκείμενο. Το ρήμα που συνδέει το υποκείμενο με το κατηγορούμενο λέγεται συνδετικό.
Πτώση του Κατηγορουμένου:
Για να υπάρξει κατηγορούμενο θα πρέπει στην πρόταση να υπάρχει συνδετικό ρήμα. Τέτοια θεωρούνται:
Α) Το εἰμὶ και τα συγγενή του: ὑπάρχω, τυγχάνω, διατελῶ, ἔφυν, πέφυκα.
Β) Τα γίγνομαι, καθίσταμαι, ἀποβαίνω, ἐκβαίνω.
Γ) Τα δοξαστικά: νομίζω, φαίνομαι, κρίνομαι, ὑπολαμβάνομαι, δοκῶ.
Δ) Τα κλητικά: καλοῦμαι, ὀνομάζομαι, προσαγορεύομαι, ἀκούω (=λέγομαι)
Ε) Όσα σημαίνουν εκλογή: αἰροῦμαι, χειροτονοῦμαι, λαγχάνω, κληροῦμαι, ἀποδεικνύομαι.
Κατηγορούμενο του αντικειμένου
΄Εχουμε σε δίπτωτα ρήματα που συντάσσονται με δύο αιτιατικές. Η μια αιτιατική δίνει μια ιδιότητα στην άλλη.
Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν τα ρήματα: Διορίζω,Εκλέγω, Ποιῶ, Ονομάζω, Νομίζω (ΔΕΠΟΝ) και όσα έχουν παρόμοια σημασία.
π.χ. Ὀνομάζουσιν ἐμὲ (αντικ.) βασιλέα (κατηγ. αντικ.)
Γενική κατηγορηματική
Είναι ένα κατηγορούμενο σε γενική πτώση και περιλαμβάνει τα εξής είδη:
Επιρρηματικό κατηγορούμενο
Ονομάζουμε το κατηγορούμενο που ισοδυναμεί με επίρρημα. Σ’ αυτή την περίπτωση αντί για συνδετικό ρήμα υπάρχει ένα ρήμα που δηλώνει κίνηση. Το επιρρηματικό κατηγορούμενο εκφράζει χρόνο, τόπο, τρόπο, τάξη, σκοπό. Μεταφράζεται με επιρρηματική έκφραση
Π.χ. ὁ ἄγγελος ἀφίκετο τριταῖος (= την Τρίτη μέρα).
Ως επιρρηματικά κατηγορούμενα χρησιμοποιούνται συνήθως τα: ἑκών, ἑκούσιος, ἄκων, ἀκούσιος, ἄκριτος, ἄπρακτος, ἄσμενος, αὐτοκράτωρ, ἐθελούσιος, μέγας, πολύς, ἄφθονος, ἥσυχος, ὑπόσπονδος, πρῶτος, τελευταῖος, πελάγιος, ἀπότομος, ἐνάντιος, τριταῖος.
Προληπτικό κατηγορούμενο
Με ορισμένα ρήματα που σημαίνουν εξέλιξη (αἴρομαι, αὐξάνομαι, τρέφομαι, ρέω, πνέω, πήγνυμαι, παρασκευάζομαι) το κατηγορούμενο καλείται προληπτικό, γιατί προλαβαίνει και αποδίδει στο υποκείμενο μια ιδιότητα, που δεν την έχει αποκτήσει ακόμη, αλλά θα την κατέχει όταν πραγματοποιηθεί αυτό που σημαίνει το ρήμα. Το προληπτικό κατηγορούμενο ισοδυναμεί με συμπερασματική πρόταση.
Π.χ. Ὁ Ἀσωπὸς ποταμὸς ἐρρύη μέγας (= ώστε έγινε μεγάλος)
Πτώση του Κατηγορουμένου:
- Ονομαστική. Π.χ. Ἀριστείδης ἦν δίκαιος.
- Εμπρόθετη αιτιατική (ἀμφὶ, εἰς, περὶ, ὑπὲρ) για να δηλωθεί ποσό κατά προσέγγιση. Π.χ. Οἱ πελτασταὶ ἦσαν περὶ τοὺς χιλίους.
- Γενική (βλ. Γενική κατηγορηματική).
Για να υπάρξει κατηγορούμενο θα πρέπει στην πρόταση να υπάρχει συνδετικό ρήμα. Τέτοια θεωρούνται:
Α) Το εἰμὶ και τα συγγενή του: ὑπάρχω, τυγχάνω, διατελῶ, ἔφυν, πέφυκα.
Β) Τα γίγνομαι, καθίσταμαι, ἀποβαίνω, ἐκβαίνω.
Γ) Τα δοξαστικά: νομίζω, φαίνομαι, κρίνομαι, ὑπολαμβάνομαι, δοκῶ.
Δ) Τα κλητικά: καλοῦμαι, ὀνομάζομαι, προσαγορεύομαι, ἀκούω (=λέγομαι)
Ε) Όσα σημαίνουν εκλογή: αἰροῦμαι, χειροτονοῦμαι, λαγχάνω, κληροῦμαι, ἀποδεικνύομαι.
Κατηγορούμενο του αντικειμένου
΄Εχουμε σε δίπτωτα ρήματα που συντάσσονται με δύο αιτιατικές. Η μια αιτιατική δίνει μια ιδιότητα στην άλλη.
Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν τα ρήματα: Διορίζω,Εκλέγω, Ποιῶ, Ονομάζω, Νομίζω (ΔΕΠΟΝ) και όσα έχουν παρόμοια σημασία.
π.χ. Ὀνομάζουσιν ἐμὲ (αντικ.) βασιλέα (κατηγ. αντικ.)
Γενική κατηγορηματική
Είναι ένα κατηγορούμενο σε γενική πτώση και περιλαμβάνει τα εξής είδη:
- Γενική Κατηγορηματική Κτητική: Δηλώνει τον κάτοχο του υποκειμένου.
- Γενική κατηγορηματική Διαιρετική: Δηλώνει ένα σύνολο, μέρος του οποίου αποτελεί το υποκείμενο.
- Γενική Κατηγορηματική Ιδιότητας: Φανερώνει μια ιδιότητα του υποκειμένου.
- Γενική Κατηγορηματική Αξίας: Εκφράζει την αξία του υποκειμένου.
- Γενική Κατηγορηματική Ύλης: Δηλώνει την ύλη από την οποία είναι κατασκευασμένο το υποκείμενο.
- Γενική Κατηγορηματική Καταγωγής: Δηλώνει την καταγωγή του υποκείμενο
Επιρρηματικό κατηγορούμενο
Ονομάζουμε το κατηγορούμενο που ισοδυναμεί με επίρρημα. Σ’ αυτή την περίπτωση αντί για συνδετικό ρήμα υπάρχει ένα ρήμα που δηλώνει κίνηση. Το επιρρηματικό κατηγορούμενο εκφράζει χρόνο, τόπο, τρόπο, τάξη, σκοπό. Μεταφράζεται με επιρρηματική έκφραση
Π.χ. ὁ ἄγγελος ἀφίκετο τριταῖος (= την Τρίτη μέρα).
Ως επιρρηματικά κατηγορούμενα χρησιμοποιούνται συνήθως τα: ἑκών, ἑκούσιος, ἄκων, ἀκούσιος, ἄκριτος, ἄπρακτος, ἄσμενος, αὐτοκράτωρ, ἐθελούσιος, μέγας, πολύς, ἄφθονος, ἥσυχος, ὑπόσπονδος, πρῶτος, τελευταῖος, πελάγιος, ἀπότομος, ἐνάντιος, τριταῖος.
Προληπτικό κατηγορούμενο
Με ορισμένα ρήματα που σημαίνουν εξέλιξη (αἴρομαι, αὐξάνομαι, τρέφομαι, ρέω, πνέω, πήγνυμαι, παρασκευάζομαι) το κατηγορούμενο καλείται προληπτικό, γιατί προλαβαίνει και αποδίδει στο υποκείμενο μια ιδιότητα, που δεν την έχει αποκτήσει ακόμη, αλλά θα την κατέχει όταν πραγματοποιηθεί αυτό που σημαίνει το ρήμα. Το προληπτικό κατηγορούμενο ισοδυναμεί με συμπερασματική πρόταση.
Π.χ. Ὁ Ἀσωπὸς ποταμὸς ἐρρύη μέγας (= ώστε έγινε μεγάλος)
Άσκηση 4: Να υπογραμμίσετε το κατηγορούμενο και να αναφέρετε το είδος του (απλό, επιρρηματικό, προληπτικό, κατηγορούμενο του αντικειμένου, γενική κατηγορηματική).
- Θουκιδίδης ἦν Ὀλόρου.
- Ἡ πόλις νομίζει τούτους Θεούς.
- Οἱ πάλαι ἧσαν ἀνδρεῖοι.
- Πάντα ἐστὶ χρυσοῦ.
- Οὗτος πέφυκε γενναῖος.
- Παρέδοσαν τοὺς νεκροὺς ὑποσπόνδους.
- Μείζω πόλιν αὔξει.
- Τὸ παιδὶον ἐστὶ τοῦ πατρὸς.
- Ζελειὰ ἐστὶ τῆς Ἀσίας.
- Οὗτος ἔλαχε ἰερεὺς.
- Ὀνομάζουσιν τὸν ἄνδρα σοφιστὴν.
- Κῦρος ἀφίκετο αἰφνίδιος.
- Φίλιππος ἐστὶ ὅτι ἄν τις εἴπη.
- Σκηνοῦμεν ὑπαίθριοι.
- Ἐγὼ ἐιμὶ τῶν ἀδυνάτων.
- Οὗτος ἑκών ἔπραξε ταῦτα.
- Οἱ στρατιῶται ἔφυγον ἅσμενοι.
- Ἡ κρήνη ρεῖ ἄφθονος.
- Ὄρθριος ἥκεις.
- Τριταῖοι ἀφίκοντο.
- Τὸ Κύρου ὄνομα ηὔξετο μέγα.
- Ὁ ποταμός ἐρρύη μέγας.
- Ρόδος ἔσται Αθηναίων.
- Μεσσήνη ἐγένετο Λοκρῶν.
- Ἡ οἰκία ἐστὶν εἴκοσι μνῶν.
- Ἀθηναῖοι ἀνἠγοντο πελάγιοι.
- Οὕτως ἄσμενοι τὰς συμφορὰς ὁρῶσιν.
- Πέμπουσιν Καλλίβιον ἀρμοστὴν.
- Νόμιζε τὴν πατρίδα οἶκον.
- Ματαία ἀπέβη ἡ ἐλπὶς.
- Τισσαφέρνης σατράπης κατεπέμφθη.
- Την φιλοπονίαν ἀρετὴν καλῶ.